αισθανομαι

listen to the pronunciation of αισθανομαι
Греческий Язык - Турецкий язык

Определение αισθανομαι в Греческий Язык Турецкий язык словарь

αισθάνομαι
esthanome" Απ.Μελ."Απ. Υπο. αισθανθώ. Αόρ. αισθάνθηκα. Προσ. – hissetmek, duymak
Αισθάνομαι
umursar
Αισθάνομαι
hissediyorum
αισθάνομαι
hisset

Bugün iyi hissetmiyorum ve evde kalmayı tercih ediyorum. - Σήμερα δεν αισθάνομαι καλά και προτιμώ να μείνω στο σπίτι.

αισθάνομαι
duyumsamak
Греческий Язык - Английский Язык

Определение αισθανομαι в Греческий Язык Английский Язык словарь

αισθάνομαι
feel
αισθάνομαι άσχημα
feel bad
αισθάνομαι αλλόκοτα
feel queer
αισθάνομαι απογοήτευση
chagrin
αισθάνομαι λυπηρά
feel blue
αισθάνομαι πόνον κρυολογήματος
tingle
αισθάνομαι φαγούρα
itch
Αισθάνομαι
ı feel
αισθάνομαι
i feel

I feel very safe here. - Αισθάνομαι πολύ ασφαλής εδώ.