αγορα

listen to the pronunciation of αγορα
Греческий Язык - Турецкий язык

Определение αγορα в Греческий Язык Турецкий язык словарь

αγορά
pazar
αγορά
(η) "agora" pazar, çarşı. piyasa. satın alış. Κοινή Αγορά Ortak Pazar. λαϊκή αγορά pazar. μαύρη ~ karaborsa
Αγορά
satın alınma
αγορά
pazar yeri
αγορά
markete
αγορά
pazarda
αγορά
mübayaa
αγορά
alime
αγορά
piyasada
αγορά
alimm
αγορά
makara sistemi
αγορά
satın alınan şey
Греческий Язык - Английский Язык

Определение αγορα в Греческий Язык Английский Язык словарь

αγορά
market, marketplace, bazaar, buy, forum, mart, outlet, purchase, shopping
αγορά φιλανθρωπικής εορτής
bazaar
αγορά με πίστωση
purchase on credit
αγορά πολύτιμων μετάλλων
bullion market
αγορά στα μετρητά
cash purchase
αγορά φτηνόρουχων
frippery
Κοινή Αγορά
Common Market
αγορά
market

Coca-Cola invented Fanta, in the middle of the Second World War, for the German market. - Τον καιρό του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, η Κόκα Κόλα επινόησε τη Fanta για τη γερμανική αγορά.

When does Tom go to the market? - Πότε πηγαίνει στην αγορά ο Τομ;

αγορά
purchasing
αγορά
marketplace
αγορά
market place
αγορά
purchase
αγορά
buyout
αγορά
buying

She is buying the computer. - Αυτή αγοράζει τον υπολογιστή.

I'm buying meat and vegetables. - Αγοράζω κρέας και λαχανικά.

ανατιμητική αγορά
bull market
δυσκίνητη αγορά
stale market
εγχώρια αγορά
home market
ελεύθερη αγορά
open market
ζωηρή αγορά
active market
καλή αγορά
bargain
λαϊκή αγορά
street market
μαύρη αγορά
black market

Did you buy it on the black market? - Τ' αγοράσατε στη μαύρη αγορά;

μονοπωλώ την αγορά
corner a market
ντόπια αγορά
domestic market
περιορισμένη αγορά
thin market
προθεσμιακή αγορά
forward buying
πωλώ σε αγορά
market
πωλώ στην αγορά
market
φιλανθρωπική αγορά
kermis, kirmess, sale of work